Δημήτρης
Ο παππούς μου ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε και έζησε σε μια μεγάλη Ελληνική πόλη.
Ήταν επιχειρηματίας, είχε μαγαζί, μηχανουργείο-χυτήριο και δικό του σπίτι.
Ο Κωνσταντίνος ήταν κάτοχος των μέσων παραγωγής.
Ο Κωνσταντίνος έμαθε την δουλειά στον θείο του που έφτιαχνε καμπάνες, είδε ότι εκτός από καμπάνες η αγορά χρειαζόταν πολλά μεταλλικά αντικείμενα και έφτιαξε έτσι το δικό του μηχανουργείο, δεν γνωρίζω που βρήκε τα κεφάλαια για τα μηχανήματα αλλά χρησιμοποίησε την αρχική τεχνογνωσία του και είδε την ανάγκη της αγοράς για να φτιάξει κάτι καινούργιο.
Ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 1886 και πέθανε το 1954.
Ο παππούς μου ο Δημήτριος (Μήτσος) γεννήθηκε σε ένα χωριό, σε ένα μακρινό νησί και έζησε στην ίδια πόλη με τον Κωνσταντίνο.
Ήταν πλανόδιος έμπορος οπωρολαχανικών, με δικό του σπίτι.
Ο Δημήτριος ήταν κάτοχος των μέσων διανομής, για πολλούς μικρούς γεωργούς, παραγωγούς από τα γύρω χωριά.
Ο Δημήτριος ήταν παιδί ενός λήσταρχου και έφυγε από τον τόπο που γεννήθηκε μαζί με τα αδέλφια του για να μην τους σκοτώσουν. Παιδί ακόμα βρήκε έτοιμο κεφάλαιο από τον πατέρα του, και το επένδυσε για να αγοράσει κάρο με άλογα.
Επένδυσε το κεφάλαιο στην αγορά των μέσων διανομής, σε μια εποχή που ελάχιστοι είχαν κάρο με άλογα.
Ο Δημήτριος γεννήθηκε το 1897 και πέθανε το 1982.
Ο πατέρας μου Αθανάσιος γεννήθηκε και έζησε τον περισσότερο καιρό στην πόλη του πατέρα του Κωσταντίνου. Ήταν εξειδικευμένος καλοπληρωμένος εργαζόμενος στην αγορά εργασίας και είχε δικό του σπίτι (που αρχικά κληρονόμησε από τον πατέρα του και μετά από ένα σεισμό, το ξανάχτισε μαζί με την γυναίκα του).
Ο Αθανάσιος δεν ήταν κάτοχος των μέσων παραγωγής, ούτε των μέσω διανομής, ούτε ενδιαφέρθηκε να γίνει. Ήταν όμως κάτοχος της γνώσης και της τέχνης που αρχικά έμαθε από τον πατέρα του και την αναβάθμισε σπουδάζοντας σε κρατική τεχνική σχολή, ήταν μάστορας τεχνίτης.
Ο Αθανάσιος αντάλλαξε την γνώση του σε διάφορες επιχειρήσεις, ένα μικρό διάστημα έμεινε άνεργος και αναζήτησε εργασία στην πρωτεύουσα, τελικά βρέθηκε να εργάζεται στην γενέτειρά του, σε μια πολλή καλή ιδιωτική εταιρεία, με πολύ καλές αποδοχές, πολύ καλές συνθήκες εργασίας, έχτρα παροχές και συντάξεις.
Ο Αθανάσιος γεννήθηκε το 1920 και πέθανε το 2004.
Η μητέρα μου Χριστίνα γεννήθηκε στην πόλη που ζούσε και ήταν έμπορος ο πατέρας της Δημήτριος.
Ήταν μοδίστρα που έμαθε την τέχνη σε καλή σχολή στην πρωτεύουσα. Εργάστηκε λίγο, όταν ήταν κοπέλα, αλλά αρκετά για να αγοράσει με την εργασία της, ένα οικόπεδο σε μια μετέπειτα ακριβή περιοχή της πρωτεύουσας. Ήταν μια μικρή κεφαλαιούχος.
Μετά από πολλά χρόνια, έδωσε το οικόπεδο αντιπαροχή και πήρε ένα πολυτελές διαμέρισμα που ενοικίαζε. Έτσι έγινε εισοδηματίας.
Η Χριστίνα γεννήθηκε το 1929 και πέθανε το 2015.
Όλοι οι παραπάνω (αιωνία η μνήμη τους) ήταν εύποροι το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής τους, για τα δεδομένα της εποχής τους, με δικό τους σπίτι, καλή τροφή, ρούχα και κοινωνική αναγνώριση, παρόλο που αντιμετώπισαν σοβαρές δυσκολίες σε πολέμους, εμφυλίους, δικτατορίες.
Ο Κωνσταντίνος, ο Δημήτριος, ο Αθανάσιος και η Χριστίνα δεν νοιάστηκαν ποτέ για καλύτερη κοινωνία, ωστόσο έκαναν κάτι σημαντικό, δημιούργησαν μόνοι τους τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούσαν.
Το πιο σημαντικό που έμαθα από τους γονείς μου και τους παππούδες μου ήταν να μην περιμένω από κανένα να μου χρηματοδοτήσει την ζωή.
Οι γονείς μου μου παρείχαν τα πάντα όσο ήμουν παιδί, στέγη, τροφή, ρουχισμό, εκπαίδευση στα καλύτερα σχολεία.
Τα δικά μου όνειρα όμως, τις δικές μου επιθυμίες έπρεπε να τις χρηματοδοτώ μόνος μου.
Η οικογένειά μου χρηματοδοτούσε μόνο τα δικά της όνειρα για μένα.
Τα καλοκαίρια προτού τελειώσω το λύκειο και μετά πριν μπω στο πανεπιστήμιο εργαζόμουνα σε διάφορες εργασίες και είχα τους οικονομικούς πόρους για να πραγματοποιώ τις επιθυμίες μου.
Εργάστηκα σαν βοηθός σε φορτηγό που μοίραζε αναψυκτικά, σερβιτόρος, το παιδί που μεταφέρει βαλίτσες σε δωμάτια ξενοδοχείου, βοηθός σε εργοστασιακές μεταλλικές κατασκευές, χυτροκαθαριστής σε επιβατικό καράβι, ...
Όταν τέλειωσα το λύκειο, είχα το δικό μου αυτόνομο όχημα μεταφοράς, αγορασμένο με δικά μου χρήματα, που είχα ο ίδιος κερδίσει ανταλλάσσοντας τις υπηρεσίες μου, χωρίς να ρωτήσω ή να πάρω την έγκριση κανενός.
Ακόμα και σαν φοιτητής ελάχιστα χρηματοδοτήθηκα από τους γονείς μου, παρά μόνο αν αποφάσιζα να διαβάσω. Τα περισσότερα χρόνια της φοιτητικής μου ζωής έβγαζα τα χρήματα που χρειαζόμουν για να ζω μόνος μου και μελέταγα την επιστήμη μου, όποτε εγώ ήθελα.
Στο πανεπιστήμιο ήμουν συνταξιούχος φοιτητής με καλές παρέες, καλή ζωή, χαμόγελο, αναζητήσεις και λίγο επανάσταση. Φυσικά αυτοχρηματοδοτούμενος, παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα, ή κάνοντας οποιαδήποτε εργασία όπως κούριερ με μηχανάκι (ήταν από τις πιο δύσκολες και επικίνδυνες εργασίες) ή οδηγός ταξί.
Δοκίμασα και άλλες εργασίες, αλλά έφυγα γιατί ήταν ή υπερεκμεταλλευτικές (αντικαταστάτης εργαζόμενου σε γραφείο τελετών), ή πραγματικά δύσκολες για την τρέχουσα στιγμή (εργάτης να ξεφορτώνει φορτηγά στην λαχαναγορά).
Δεν είχα σκοπό στην ζωή μου να γίνω πλούσιος, αλλά να περνάω καλά με λίγα και πραγματικά τα κατάφερνα.
Αντιλαμβανόμουν ότι για να γίνω πλούσιος θα έπρεπε να δώσω πολύ ενέργεια και χρόνο σε ένα αντικείμενο, έτσι προτιμούσα να εργάζομαι λίγο, με λιγότερα χρήματα για να έχω περισσότερο χρόνο.
Απολάμβανα ταξίδια μικρού κόστους σε Ελλάδα και εξωτερικό και καλές μη ανταγωνιστικές παρέες.
Δεν με ένοιαζε να κάνω κάπου καριέρα ή να βρω μια εργασία να αποκαταστηθώ.
Απλά ότι αναλάμβανα ήθελα να το κάνω καλά και να τηρούνται οι συμφωνίες.
Ήθελα να είμαι ελεύθερος και με ενδιέφερε η δυνατότητα να εργάζομαι σε εργασίες με καλά χρήματα σε λίγο χρόνο.
Έχω εργαστεί σε πάρα πολλές εργασίες που δεν είναι του παρόντος να τις αναφέρω, μεγαλώνοντας έτρεξα και μερικές επιχειρήσεις και project. Μάζεψα και ένα μικρό κεφάλαιο και αναζήτησα που να το επενδύσω.
Είχα την δυνατότητα να έχω μια επιχείρηση παροχής υπηρεσιών με πολλούς εργαζόμενους, δεν την υλοποίησα ποτέ, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχει μια δυνητικά συμμετοχική αγορά εργασίας.
Αυτό σημαίνει οι εργαζόμενοι δεν είναι ίσοι μεταξύ τους.
Για την ίδια εργασία υπάρχουν εργαζόμενοι άρχοντες, και εργαζόμενοι μαλάκες που πιστεύουν ότι τους εκμεταλλεύεται το κεφάλαιο, γιατί αυτό τους λένε οι άρχοντες εργαζόμενοι .
Εγώ για να παρέχω μια υπηρεσία σαν μικρός επιχειρηματίας, ήθελα να προσφέρω την καλύτερη υπηρεσία με τα καλύτερα χρήματα, γιαυτό ήθελα και οι εργαζόμενοί μου να κάνουν την καλύτερη εργασία και να πληρώνονται καλά.
Αν δεν υπήρχε δυνατότητα, οι εργαζόμενοί μου να πληρωθούν καλά, δεν θα έκαναν ποτέ καλή εργασία, ακόμα και αν τους κυνηγούσα με μαστίγιο, που φυσικά δεν ήθελα.
Η κλειστή εκμεταλλευτική αγορά εργασίας, δεν θα μπορούσε να δεχτεί τους όρους μου και προτίμησα να παρέχω ποιοτικές υπηρεσίες μόνος μου, με συνεργάτη την γυναίκα μου.
Αν είσαι εργοδότης και θέλεις να προσφέρεις μια ποιοτικά ανταγωνιστική υπηρεσία, πρέπει μπορείς να διαθέσεις, τα πιο σημαντικά αγαθά που έχουμε σαν άνθρωποι: χρόνο και ενδιαφέρον γιαυτό που κάνεις.
Αν τα παραχωρήσεις μέσω μιας συμφωνίας, θα πρέπει να πληρώνεσαι καλά και πιθανό να μη κοιμάσαι και μερικά βράδια.
Καλά πρέπει να πληρώνονται και οι εργαζόμενοι σου και πρέπει να έχεις το δικαίωμα και την δύναμη να τους απολύσεις, αν αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες της εργασίας τους.
Μεγάλο ρίσκο να αποτύχεις είναι όταν πρέπει να βάλεις τους δικούς σου εργαζόμενους να εργάζονται πολύ έντονα για λίγα χρήματα και δίπλα, άλλοι εργαζόμενοι να εργάζονται χωρίς άγχος, με πολλά χρήματα καλή ασφάλεια και δικαίωμα σύνταξης.
Δεν μου άρεσε το πεδίο παιχνιδιού και δεν έπαιξα στο παιχνίδι.
Ο Πλάτωνας, ο Μαρξ, ο Ανδρέας Παπανδρέου
Ο θείος ο Πλάτωνας Plato, και ο θείος ο Μαρξ Karl Marx, πιθανά δεν εργάστηκαν ποτέ στην ζωή τους αφού είχαν το προνόμιο της απόλυτης οικονομικής ασφάλειας.
Δεν μπορούμε να έχουμε 100% σιγουριά για τον Πλάτωνα αλλά η ιστορία λέει ότι καταγόταν από μια από τις πλουσιότερες και πολιτικά ενεργές κοινωνίες της Αθήνας.
Ο Πλάτωνας ήταν καλός φιλόσοφος, που αγάπαγε τον εαυτό του, τον άνθρωπο, και όλους τους ανθρώπους και ήθελε να ονειρευτεί μια ιδανική κοινωνία.
Ο Μαρξ γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια της μεσαίας τάξης.
Και οι δύο έχοντας προνόμιο της απόλυτης οικονομικής ασφάλειας, δεν χρειάστηκαν να κυνηγήσουν, να σπείρουν, να γίνουν επιχειρηματίες, ή εργαζόμενοι, ή έμποροι για να ζήσουν.
Και οι δύο χρησιμοποίησαν το προνόμιο, για να ονειρευτούν καλύτερες κοινωνίες, όπου οι άνθρωποι δεν ζορίζονταν (όπως οι ίδιοι), αφού όλοι θα απολάμβαναν απόλυτη οικονομική ασφάλεια.
Ο Πλάτωνας και ο Μαρξ δεν είχαν βέβαια και την εμπειρία που έχω εγώ και ο καθένας σήμερα από την προσωπική του ζωή, ούτε μπορούσαν να δουν χιλιάδες κοινωνίες, σε ένα ιστορικό πλαίσιο 2000 χρόνων.
Θα υποστηρίξω λοιπόν ότι έχω εμπειρία καλύτερη από τον θείο Πλάτωνα και τον θείο Μαρξ, σχετική με την αγορά εργασίας και κεφαλαίου.
Εκτός από την εμπειρία διάβασα και μερικά βιβλία για να καταλάβω πως λειτουργεί ο κόσμος.
Κατέληξα ότι ο θείος Μαρξ και ο θείος Πλάτωνας έκαναν κολοσσιαία λάθη που οδήγησαν τις κοινωνίες σε ολοκληρωτισμούς.
Το μεγαλύτερο λάθος του Πλάτωνα ήταν ότι δεν του άρεσε η κυριαρχία του νόμου Rule of law, του αφηρημένου, του απρόσωπου.
Ο Πλάτωνας προτιμούσε την κυριαρχία του Ανθρώπου Human, του καλού φιλόσοφου βασιλιά.
Και έτσι ο Πλάτωνας έγινε ο αγαπητός φιλόσοφος των κλειστών ολοκληρωτικών, συγκεντρωτικών, εκμεταλλευτικών, και δυνητικά εκμεταλλευτικών θεσμών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Επιπρόσθετα ο Πλάτωνας προσέφερε ένα επικίνδυνο ιδεώδες στην ανθρωπότητα, την ιδέα ότι όλοι δικαιούται τα δικαιώματα των αρχόντων, την απόλυτη οικονομική ασφάλεια, την δυνατότητα να ζουν με πόρους άλλων και να είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι επιθυμούν.
Σε ένα ονειρικό κόσμο οι άνθρωποι απολαμβάνουν την ζωή φιλοσοφώντας, οι μηχανές έχουν αντικαταστήσει τους σκλάβους και ένας σοφός βασιλιάς φιλόσοφος κυβερνά.
Για να ζουν σαν άρχοντες οι σημερινοί φιλόσοφοι, κάποιοι πρέπει να παράγουν, να διανέμουν, να εξάγουν.
Το ιδεώδες του Πλάτωνα φυσικά δεν είναι υλοποιήσιμο στις ανθρώπινες κοινωνίες, έχει υποκειμενική αξία για όποιον εμπνέεται, είναι αντίστοιχο με την ανάσταση νεκρών που πιστεύουν οι χριστιανοί και έχει επιστημονική αξία όσο τα παραμύθια με τους δράκους.
Φυσικά ούτε ο Μαρξ εργάστηκε ποτέ του αν και πήγε πιο πέρα από τον Πλάτωνα, ήθελε να σχεδιάσει επιστημονικά μια κοινωνία, χωρίς ανταγωνισμό, που όλοι οι άνθρωποι θα είναι σαν άρχοντες, αφού πρώτα περάσουν από ένα μεταβατικό στάδιο όπου θα χάσουν την ελευθερία τους, για να αναλάβουν κάποιοι σοφοί κυβερνήτες να κυβερνήσουν τον λαό για λογαριασμό του, επειδή ο λαός δεν ξέρει να κυβερνηθεί μόνος του.
Όπου επί γης προσπαθήθηκε να υλοποιηθούν οι ιδέες του Μαρξ, το εγχείρημα κατέληξε σε ολοκληρωτική καταστροφή, με φτώχεια χωρίς δημοκρατία.
Στην Ελλάδα ήρθε ο Andreas Papandreou και υλοποίησε έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, αλλά ανίκανο να παράγει, ανίκανο να εξάγει με κέρδη και ικανό να λειτουργεί μόνο με χρήματα άλλων.
Και η Ελλάδα γέμισε άρχοντες που αναλαμβάνουν να την σώσουν και να διατηρήσουν τα υψηλά ιδεώδη του Πλάτωνα, του Μαρξ και τις υλοποιήσεις του Ανδρέα.
Δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι, ούτε να θέλεις να αλλάξεις την κοινωνία, αλλά διάολε κοίτα και τι θέλει αυτή η κοινωνία.
Ο παππούς μου ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε και έζησε σε μια μεγάλη Ελληνική πόλη.
Ήταν επιχειρηματίας, είχε μαγαζί, μηχανουργείο-χυτήριο και δικό του σπίτι.
Ο Κωνσταντίνος ήταν κάτοχος των μέσων παραγωγής.
Ο Κωνσταντίνος έμαθε την δουλειά στον θείο του που έφτιαχνε καμπάνες, είδε ότι εκτός από καμπάνες η αγορά χρειαζόταν πολλά μεταλλικά αντικείμενα και έφτιαξε έτσι το δικό του μηχανουργείο, δεν γνωρίζω που βρήκε τα κεφάλαια για τα μηχανήματα αλλά χρησιμοποίησε την αρχική τεχνογνωσία του και είδε την ανάγκη της αγοράς για να φτιάξει κάτι καινούργιο.
Ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε το 1886 και πέθανε το 1954.
Ο παππούς μου ο Δημήτριος (Μήτσος) γεννήθηκε σε ένα χωριό, σε ένα μακρινό νησί και έζησε στην ίδια πόλη με τον Κωνσταντίνο.
Ήταν πλανόδιος έμπορος οπωρολαχανικών, με δικό του σπίτι.
Ο Δημήτριος ήταν κάτοχος των μέσων διανομής, για πολλούς μικρούς γεωργούς, παραγωγούς από τα γύρω χωριά.
Ο Δημήτριος ήταν παιδί ενός λήσταρχου και έφυγε από τον τόπο που γεννήθηκε μαζί με τα αδέλφια του για να μην τους σκοτώσουν. Παιδί ακόμα βρήκε έτοιμο κεφάλαιο από τον πατέρα του, και το επένδυσε για να αγοράσει κάρο με άλογα.
Επένδυσε το κεφάλαιο στην αγορά των μέσων διανομής, σε μια εποχή που ελάχιστοι είχαν κάρο με άλογα.
Ο Δημήτριος γεννήθηκε το 1897 και πέθανε το 1982.
Ο πατέρας μου Αθανάσιος γεννήθηκε και έζησε τον περισσότερο καιρό στην πόλη του πατέρα του Κωσταντίνου. Ήταν εξειδικευμένος καλοπληρωμένος εργαζόμενος στην αγορά εργασίας και είχε δικό του σπίτι (που αρχικά κληρονόμησε από τον πατέρα του και μετά από ένα σεισμό, το ξανάχτισε μαζί με την γυναίκα του).
Ο Αθανάσιος δεν ήταν κάτοχος των μέσων παραγωγής, ούτε των μέσω διανομής, ούτε ενδιαφέρθηκε να γίνει. Ήταν όμως κάτοχος της γνώσης και της τέχνης που αρχικά έμαθε από τον πατέρα του και την αναβάθμισε σπουδάζοντας σε κρατική τεχνική σχολή, ήταν μάστορας τεχνίτης.
Ο Αθανάσιος αντάλλαξε την γνώση του σε διάφορες επιχειρήσεις, ένα μικρό διάστημα έμεινε άνεργος και αναζήτησε εργασία στην πρωτεύουσα, τελικά βρέθηκε να εργάζεται στην γενέτειρά του, σε μια πολλή καλή ιδιωτική εταιρεία, με πολύ καλές αποδοχές, πολύ καλές συνθήκες εργασίας, έχτρα παροχές και συντάξεις.
Ο Αθανάσιος γεννήθηκε το 1920 και πέθανε το 2004.
Η μητέρα μου Χριστίνα γεννήθηκε στην πόλη που ζούσε και ήταν έμπορος ο πατέρας της Δημήτριος.
Ήταν μοδίστρα που έμαθε την τέχνη σε καλή σχολή στην πρωτεύουσα. Εργάστηκε λίγο, όταν ήταν κοπέλα, αλλά αρκετά για να αγοράσει με την εργασία της, ένα οικόπεδο σε μια μετέπειτα ακριβή περιοχή της πρωτεύουσας. Ήταν μια μικρή κεφαλαιούχος.
Μετά από πολλά χρόνια, έδωσε το οικόπεδο αντιπαροχή και πήρε ένα πολυτελές διαμέρισμα που ενοικίαζε. Έτσι έγινε εισοδηματίας.
Η Χριστίνα γεννήθηκε το 1929 και πέθανε το 2015.
Όλοι οι παραπάνω (αιωνία η μνήμη τους) ήταν εύποροι το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής τους, για τα δεδομένα της εποχής τους, με δικό τους σπίτι, καλή τροφή, ρούχα και κοινωνική αναγνώριση, παρόλο που αντιμετώπισαν σοβαρές δυσκολίες σε πολέμους, εμφυλίους, δικτατορίες.
Ο Κωνσταντίνος, ο Δημήτριος, ο Αθανάσιος και η Χριστίνα δεν νοιάστηκαν ποτέ για καλύτερη κοινωνία, ωστόσο έκαναν κάτι σημαντικό, δημιούργησαν μόνοι τους τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούσαν.
Το πιο σημαντικό που έμαθα από τους γονείς μου και τους παππούδες μου ήταν να μην περιμένω από κανένα να μου χρηματοδοτήσει την ζωή.
Οι γονείς μου μου παρείχαν τα πάντα όσο ήμουν παιδί, στέγη, τροφή, ρουχισμό, εκπαίδευση στα καλύτερα σχολεία.
Τα δικά μου όνειρα όμως, τις δικές μου επιθυμίες έπρεπε να τις χρηματοδοτώ μόνος μου.
Η οικογένειά μου χρηματοδοτούσε μόνο τα δικά της όνειρα για μένα.
Τα καλοκαίρια προτού τελειώσω το λύκειο και μετά πριν μπω στο πανεπιστήμιο εργαζόμουνα σε διάφορες εργασίες και είχα τους οικονομικούς πόρους για να πραγματοποιώ τις επιθυμίες μου.
Εργάστηκα σαν βοηθός σε φορτηγό που μοίραζε αναψυκτικά, σερβιτόρος, το παιδί που μεταφέρει βαλίτσες σε δωμάτια ξενοδοχείου, βοηθός σε εργοστασιακές μεταλλικές κατασκευές, χυτροκαθαριστής σε επιβατικό καράβι, ...
Όταν τέλειωσα το λύκειο, είχα το δικό μου αυτόνομο όχημα μεταφοράς, αγορασμένο με δικά μου χρήματα, που είχα ο ίδιος κερδίσει ανταλλάσσοντας τις υπηρεσίες μου, χωρίς να ρωτήσω ή να πάρω την έγκριση κανενός.
Ακόμα και σαν φοιτητής ελάχιστα χρηματοδοτήθηκα από τους γονείς μου, παρά μόνο αν αποφάσιζα να διαβάσω. Τα περισσότερα χρόνια της φοιτητικής μου ζωής έβγαζα τα χρήματα που χρειαζόμουν για να ζω μόνος μου και μελέταγα την επιστήμη μου, όποτε εγώ ήθελα.
Στο πανεπιστήμιο ήμουν συνταξιούχος φοιτητής με καλές παρέες, καλή ζωή, χαμόγελο, αναζητήσεις και λίγο επανάσταση. Φυσικά αυτοχρηματοδοτούμενος, παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα, ή κάνοντας οποιαδήποτε εργασία όπως κούριερ με μηχανάκι (ήταν από τις πιο δύσκολες και επικίνδυνες εργασίες) ή οδηγός ταξί.
Δοκίμασα και άλλες εργασίες, αλλά έφυγα γιατί ήταν ή υπερεκμεταλλευτικές (αντικαταστάτης εργαζόμενου σε γραφείο τελετών), ή πραγματικά δύσκολες για την τρέχουσα στιγμή (εργάτης να ξεφορτώνει φορτηγά στην λαχαναγορά).
Δεν είχα σκοπό στην ζωή μου να γίνω πλούσιος, αλλά να περνάω καλά με λίγα και πραγματικά τα κατάφερνα.
Αντιλαμβανόμουν ότι για να γίνω πλούσιος θα έπρεπε να δώσω πολύ ενέργεια και χρόνο σε ένα αντικείμενο, έτσι προτιμούσα να εργάζομαι λίγο, με λιγότερα χρήματα για να έχω περισσότερο χρόνο.
Απολάμβανα ταξίδια μικρού κόστους σε Ελλάδα και εξωτερικό και καλές μη ανταγωνιστικές παρέες.
Δεν με ένοιαζε να κάνω κάπου καριέρα ή να βρω μια εργασία να αποκαταστηθώ.
Απλά ότι αναλάμβανα ήθελα να το κάνω καλά και να τηρούνται οι συμφωνίες.
Ήθελα να είμαι ελεύθερος και με ενδιέφερε η δυνατότητα να εργάζομαι σε εργασίες με καλά χρήματα σε λίγο χρόνο.
Έχω εργαστεί σε πάρα πολλές εργασίες που δεν είναι του παρόντος να τις αναφέρω, μεγαλώνοντας έτρεξα και μερικές επιχειρήσεις και project. Μάζεψα και ένα μικρό κεφάλαιο και αναζήτησα που να το επενδύσω.
Είχα την δυνατότητα να έχω μια επιχείρηση παροχής υπηρεσιών με πολλούς εργαζόμενους, δεν την υλοποίησα ποτέ, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχει μια δυνητικά συμμετοχική αγορά εργασίας.
Αυτό σημαίνει οι εργαζόμενοι δεν είναι ίσοι μεταξύ τους.
Για την ίδια εργασία υπάρχουν εργαζόμενοι άρχοντες, και εργαζόμενοι μαλάκες που πιστεύουν ότι τους εκμεταλλεύεται το κεφάλαιο, γιατί αυτό τους λένε οι άρχοντες εργαζόμενοι .
Εγώ για να παρέχω μια υπηρεσία σαν μικρός επιχειρηματίας, ήθελα να προσφέρω την καλύτερη υπηρεσία με τα καλύτερα χρήματα, γιαυτό ήθελα και οι εργαζόμενοί μου να κάνουν την καλύτερη εργασία και να πληρώνονται καλά.
Αν δεν υπήρχε δυνατότητα, οι εργαζόμενοί μου να πληρωθούν καλά, δεν θα έκαναν ποτέ καλή εργασία, ακόμα και αν τους κυνηγούσα με μαστίγιο, που φυσικά δεν ήθελα.
Η κλειστή εκμεταλλευτική αγορά εργασίας, δεν θα μπορούσε να δεχτεί τους όρους μου και προτίμησα να παρέχω ποιοτικές υπηρεσίες μόνος μου, με συνεργάτη την γυναίκα μου.
Αν είσαι εργοδότης και θέλεις να προσφέρεις μια ποιοτικά ανταγωνιστική υπηρεσία, πρέπει μπορείς να διαθέσεις, τα πιο σημαντικά αγαθά που έχουμε σαν άνθρωποι: χρόνο και ενδιαφέρον γιαυτό που κάνεις.
Αν τα παραχωρήσεις μέσω μιας συμφωνίας, θα πρέπει να πληρώνεσαι καλά και πιθανό να μη κοιμάσαι και μερικά βράδια.
Καλά πρέπει να πληρώνονται και οι εργαζόμενοι σου και πρέπει να έχεις το δικαίωμα και την δύναμη να τους απολύσεις, αν αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες της εργασίας τους.
Μεγάλο ρίσκο να αποτύχεις είναι όταν πρέπει να βάλεις τους δικούς σου εργαζόμενους να εργάζονται πολύ έντονα για λίγα χρήματα και δίπλα, άλλοι εργαζόμενοι να εργάζονται χωρίς άγχος, με πολλά χρήματα καλή ασφάλεια και δικαίωμα σύνταξης.
Δεν μου άρεσε το πεδίο παιχνιδιού και δεν έπαιξα στο παιχνίδι.
Ο Πλάτωνας, ο Μαρξ, ο Ανδρέας Παπανδρέου
Ο θείος ο Πλάτωνας Plato, και ο θείος ο Μαρξ Karl Marx, πιθανά δεν εργάστηκαν ποτέ στην ζωή τους αφού είχαν το προνόμιο της απόλυτης οικονομικής ασφάλειας.
Δεν μπορούμε να έχουμε 100% σιγουριά για τον Πλάτωνα αλλά η ιστορία λέει ότι καταγόταν από μια από τις πλουσιότερες και πολιτικά ενεργές κοινωνίες της Αθήνας.
Ο Πλάτωνας ήταν καλός φιλόσοφος, που αγάπαγε τον εαυτό του, τον άνθρωπο, και όλους τους ανθρώπους και ήθελε να ονειρευτεί μια ιδανική κοινωνία.
Ο Μαρξ γεννήθηκε σε μια πλούσια οικογένεια της μεσαίας τάξης.
Και οι δύο έχοντας προνόμιο της απόλυτης οικονομικής ασφάλειας, δεν χρειάστηκαν να κυνηγήσουν, να σπείρουν, να γίνουν επιχειρηματίες, ή εργαζόμενοι, ή έμποροι για να ζήσουν.
Και οι δύο χρησιμοποίησαν το προνόμιο, για να ονειρευτούν καλύτερες κοινωνίες, όπου οι άνθρωποι δεν ζορίζονταν (όπως οι ίδιοι), αφού όλοι θα απολάμβαναν απόλυτη οικονομική ασφάλεια.
Ο Πλάτωνας και ο Μαρξ δεν είχαν βέβαια και την εμπειρία που έχω εγώ και ο καθένας σήμερα από την προσωπική του ζωή, ούτε μπορούσαν να δουν χιλιάδες κοινωνίες, σε ένα ιστορικό πλαίσιο 2000 χρόνων.
Εκτός από την εμπειρία διάβασα και μερικά βιβλία για να καταλάβω πως λειτουργεί ο κόσμος.
Κατέληξα ότι ο θείος Μαρξ και ο θείος Πλάτωνας έκαναν κολοσσιαία λάθη που οδήγησαν τις κοινωνίες σε ολοκληρωτισμούς.
Το μεγαλύτερο λάθος του Πλάτωνα ήταν ότι δεν του άρεσε η κυριαρχία του νόμου Rule of law, του αφηρημένου, του απρόσωπου.
Ο Πλάτωνας προτιμούσε την κυριαρχία του Ανθρώπου Human, του καλού φιλόσοφου βασιλιά.
Και έτσι ο Πλάτωνας έγινε ο αγαπητός φιλόσοφος των κλειστών ολοκληρωτικών, συγκεντρωτικών, εκμεταλλευτικών, και δυνητικά εκμεταλλευτικών θεσμών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Επιπρόσθετα ο Πλάτωνας προσέφερε ένα επικίνδυνο ιδεώδες στην ανθρωπότητα, την ιδέα ότι όλοι δικαιούται τα δικαιώματα των αρχόντων, την απόλυτη οικονομική ασφάλεια, την δυνατότητα να ζουν με πόρους άλλων και να είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι επιθυμούν.
Σε ένα ονειρικό κόσμο οι άνθρωποι απολαμβάνουν την ζωή φιλοσοφώντας, οι μηχανές έχουν αντικαταστήσει τους σκλάβους και ένας σοφός βασιλιάς φιλόσοφος κυβερνά.
Για να ζουν σαν άρχοντες οι σημερινοί φιλόσοφοι, κάποιοι πρέπει να παράγουν, να διανέμουν, να εξάγουν.
Το ιδεώδες του Πλάτωνα φυσικά δεν είναι υλοποιήσιμο στις ανθρώπινες κοινωνίες, έχει υποκειμενική αξία για όποιον εμπνέεται, είναι αντίστοιχο με την ανάσταση νεκρών που πιστεύουν οι χριστιανοί και έχει επιστημονική αξία όσο τα παραμύθια με τους δράκους.
Φυσικά ούτε ο Μαρξ εργάστηκε ποτέ του αν και πήγε πιο πέρα από τον Πλάτωνα, ήθελε να σχεδιάσει επιστημονικά μια κοινωνία, χωρίς ανταγωνισμό, που όλοι οι άνθρωποι θα είναι σαν άρχοντες, αφού πρώτα περάσουν από ένα μεταβατικό στάδιο όπου θα χάσουν την ελευθερία τους, για να αναλάβουν κάποιοι σοφοί κυβερνήτες να κυβερνήσουν τον λαό για λογαριασμό του, επειδή ο λαός δεν ξέρει να κυβερνηθεί μόνος του.
Όπου επί γης προσπαθήθηκε να υλοποιηθούν οι ιδέες του Μαρξ, το εγχείρημα κατέληξε σε ολοκληρωτική καταστροφή, με φτώχεια χωρίς δημοκρατία.
Στην Ελλάδα ήρθε ο Andreas Papandreou και υλοποίησε έναν σοσιαλισμό με δημοκρατία, αλλά ανίκανο να παράγει, ανίκανο να εξάγει με κέρδη και ικανό να λειτουργεί μόνο με χρήματα άλλων.
Και η Ελλάδα γέμισε άρχοντες που αναλαμβάνουν να την σώσουν και να διατηρήσουν τα υψηλά ιδεώδη του Πλάτωνα, του Μαρξ και τις υλοποιήσεις του Ανδρέα.
Δεν είναι κακό να ονειρεύεσαι, ούτε να θέλεις να αλλάξεις την κοινωνία, αλλά διάολε κοίτα και τι θέλει αυτή η κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου